Υγιές περιβάλλον διαβίωσης και ανισότητες στην υγεία: προς μια κοινή αντίληψη
«Γιατί να θεραπεύουμε τους ανθρώπους και να τους στέλνουμε πίσω στις συνθήκες που τους έκαναν άρρωστους;» Αυτή η ερώτηση που τέθηκε από το Marmot (2015) και υπογραμμίζει την ανάγκη αντιμετώπισης της επίδρασης των διαφόρων παραγόντων που σχετίζονται με την υγεία που απορρέουν από το κοινωνικό και φυσικό περιβάλλον. Σημαντικός είναι ο ρόλος των κοινωνικών ανισοτήτων και των μηχανισμών που τους διέπουν σχετικά με το περιβάλλον. Ο μηχανισμός με τον οποίο θα δημιουργηθεί ένα υγιές περιβάλλον διαβίωσης χρειάζεται μια ευρεία κατανόηση της κοινωνίας. Η προσέγγιση που θα ληφθεί είναι μία από τις βασικές στρατηγικές για την προαγωγή της υγείας και θεωρείται επίσης μία από τις κύριες στρατηγικές για την αντιμετώπιση των ανισοτήτων στον τομέα της υγείας.
Τα ευρήματα ερευνών δείχνουν σταθερά ότι υπάρχουν σημαντικές και σταθερές κοινωνικές ανισότητες στην υγεία. Με άλλα λόγια, οι άνθρωποι σε χαμηλότερη κοινωνική κατάσταση έχουν χειρότερη υγεία και πεθαίνουν νωρίτερα. Το εισόδημα, η εκπαίδευση και η επαγγελματική τάξη είναι οι δείκτες που χρησιμοποιούνται συνήθως για τον προσδιορισμό της κοινωνικής κατάστασης του ατόμου ή της οικογένειας και συνεπώς της κάθετης κοινωνικής ανισότητας και της πρόσβασης σε σημαντικούς πόρους σε μια κοινωνία. Οι δείκτες της κάθετης κοινωνικής ανισότητας συνδέονται με τους δείκτες των οριζόντιων κοινωνικών ανισοτήτων, όπως το φύλο και η εθνικότητα. Και αυτά δημιουργούν συγκεκριμένες κοινωνικές ανισότητες και διαμορφώνουν την κοινωνική θέση ενός ατόμου και έχουν βέβαια αντίκτυπο στην υγεία. Αυτό σημαίνει, για παράδειγμα, ότι η ανισότητα των φύλων μπορεί να αποδυναμώσει ή να εντείνει την εμφάνιση κοινωνικών ανισοτήτων που συνδέονται με το φύλο. Κατά συνέπεια, είναι σημαντικό οι οριζόντιες διαστάσεις να λαμβάνονται υπόψη κατά την περιγραφή της κάθετης κοινωνικής θέσης.
Οι έρευνες έχουν δείξει ότι η σχέση μεταξύ κοινωνικής ανισότητας και υγείας είναι πολύπλοκη. Αν και υπάρχουν πολλά επεξηγηματικά μοντέλα, εξακολουθεί να υπάρχει ανάγκη για έρευνα στην επεξήγηση των παραγόντων και ιδίως των μηχανισμών της σχέσης αυτής. Οι έρευνες πρέπει να ξεπερνούν την ποσοτική διερεύνηση των αλληλεπιδράσεων και των αιτιακών σχέσεων και θα πρέπει να στοχεύει σε μια βαθύτερη κατανόηση των οδών και των ετερογενών προτύπων τους.
Παρ ‘όλα αυτά, εντοπίστηκαν πέντε βασικοί αιτιώδεις μηχανισμοί πίσω από τις κοινωνικές ανισότητες στην υγεία:
- Η κοινωνική διαστρωμάτωση,
- Η διαφορετική έκθεση στους περιβαλλοντικούς παράγοντες,
- Η διαφορετική ευπάθεια και ευαισθησία του ατόμου,
- Οι διαφορετικές συνέπειες της νόσου,
Σύμφωνα με τον Παγκόσμιο Οργανισμό Υγείας (2017), οι περιβαλλοντικοί παράγοντες περιλαμβάνουν την έκθεση σε επικίνδυνες ουσίες στον αέρα, το νερό, το έδαφος και τα τρόφιμα, τις φυσικές και τεχνολογικές καταστροφές, την κλιματική αλλαγή, τους εργασιακούς κινδύνους, τα ταξίδια, την μεταφορά, το δομημένο περιβάλλον και την πρόσβαση στη φύση. Το περιβάλλον περιλαμβάνει επίσης κοινωνικούς παράγοντες όπως η κοινωνική συνοχή και η κοινωνική στήριξη. Υπάρχουν όλο και περισσότερες ενδείξεις ότι οι κοινωνικές ανισότητες μπορεί να συνδέονται με την χειρότερη περιβαλλοντική ποιότητα και οι περιβαλλοντικές ανισότητες μπορεί να συνδέονται αιτιωδώς με τις ανισότητες στην υγεία. Οι περιβαλλοντικές ανισότητες ορίζονται ως «οι άνισες επιπτώσεις του περιβάλλοντος και οι επιρροές τους στην υγεία και την ευημερία».
Οι κοινωνικές ομάδες με μειονεκτική θέση στην κοινωνία είναι πιο πιθανό να έχουν περισσότερους κοινωνικούς και περιβαλλοντικούς κινδύνους που να επηρεάζουν την υγεία τους και συνδέονται με παράγοντες όπως η κακή στέγαση, η ασφάλεια από την κυκλοφορία, οι λιγότεροι χώροι πρασίνου, η φτωχότερη ποιότητα του αέρα και τα υψηλότερα ποσοστά εγκλήματος. Το περιβάλλον μπορεί να έχει σημαντικές επιπτώσεις μέσω βιολογικών μηχανισμών (π.χ. η ατμοσφαιρική ρύπανση έχει ως αποτέλεσμα την παραγωγή ελεύθερων ριζών στους πνεύμονες) και μέσω ψυχοκοινωνικών μηχανισμών (π.χ. άγχος και άγχος που οφείλονται σε υπερπληθυσμό και ανασφάλεια). Παρ ‘όλα αυτά, ο μηχανισμός με τον οποίο το δομημένο περιβάλλον επηρεάζει την ατομική υγεία δεν είναι ακόμη πλήρως κατανοητός.
Η ατμοσφαιρική ρύπανση και η ηχορύπανση στην κοινότητα, σε εσωτερικούς χώρους και στο χώρο εργασίας προκαλούν σοβαρά προβλήματα υγείας. Πολλές ευρωπαϊκές μελέτες ασχολούνται με την άνιση κατανομή των περιβαλλοντικών επιβαρύνσεων όπως η ατμοσφαιρική ρύπανση και η ηχορύπανση από την άποψη της περιβαλλοντικής δικαιοσύνης. Διάφορες οδηγίες της ΕΕ στοχεύουν στη μείωση των εκπομπών θορύβου και αέρα μέσω του περιβαλλοντικού και πολεοδομικού σχεδιασμού καθώς και τα πρότυπα σχεδιασμού. Αν και ο αντίκτυπος αυτών των επιβαρύνσεων έχει μελετηθεί καλά, υπάρχει ελάχιστη έρευνα στην αξιολόγηση των διαφόρων περιβαλλοντικών μέσων από την άποψη της υγείας και ακόμα πιο σπάνια για τις προοπτικές της υγείας.
Για παράδειγμα, οι πράσινοι χώροι στο περιβάλλον διαβίωσης συνδέονται με την ψυχική υγεία και τη θνητότητα από κάθε αιτία. Οι κοινότητες που έχουν ενεργό τρόπο ζωής και συνδέονται με αυξημένη σωματική δραστηριότητα, αυξημένη κοινωνική συνοχή, χαμηλότερο υπερβολικό βάρος, χαμηλότερη κατάθλιψη και λιγότερης κατάχρηση αλκοόλ. Η καλή πρόσβαση στις περιοχές αναψυχής ή σε πράσινες περιοχές και στο φυσικό περιβάλλον βελτιώνει τη σωματική και ψυχική υγεία την υγεία και την ευημερία ανεξάρτητα από την κοινωνικοοικονομική κατάσταση.
Οι αυξημένοι αστικοί χώροι πρασίνου είναι μία από τις παρεμβάσεις με δυνατότητα να παράσχουν θετική υγεία, με κοινωνικά και περιβαλλοντικά αποτελέσματα ιδίως μεταξύ των ομάδων χαμηλότερου κοινωνικού οικονομικού επιπέδου. Η εμπειρία με την προσπάθεια μείωσης τους καπνίσματος και την πρόληψη δείχνει έντονα ότι μόνο ένας συντονισμένος συνδυασμός νομικών ρυθμίσεων και περιορισμών πρόσβασης θα οδηγεί σε βιώσιμες επιπτώσεις σε επίπεδο πληθυσμού, όπως το μειωμένο έμφραγμα του μυοκαρδίου και θα υπάρχει σημαντική επίτευξη θετικών επιπτώσεων στην υγεία.
Σε μελέτες αναφέρονται 4 μηχανισμοί που μπορούν να συμβάλουν στη μείωση των ανισοτήτων στον τομέα της υγείας:
- Στοχευμένες παρεμβάσεις
- Πολιτικές υγείας
- Πολιτικές αναδιανομής
- Προσαρμογή της καθολικότητας (στοχοθετημένες και καθολικές πολιτικές)
Συνεπώς, η μείωση των ανισοτήτων στον τομέα της υγείας μπορεί να επιτευχθεί μόνο εάν αντιμετωπιστούν όλα τα ζητήματα σε μακρο, μεσο και μικρο οικονομικό επίπεδο. Το μακροοικονομικό επίπεδο ασχολείται με ζητήματα που αφορούν την κοινωνία, για παράδειγμα, εξασφαλίζοντας μέσω νομικών και κανονιστικών ρυθμίσεων ότι οι κοινωνικές ανισότητες μειώνονται, οι κίνδυνοι μειώνονται και οι πόροι ενισχύονται. Στο μεσοοικονομικό επίπεδο, έμφαση δίνεται στα θεσμικά όργανα και τα κοινωνικά δίκτυα. Στο μικρο οικονομικό επίπεδο, η εστίαση είναι στο άτομο. Ωστόσο, οι παράγοντες επιρροής σε επίπεδο μακρο και μέσο επιπέδου διαδραματίζουν βασικό ρόλο ως προς τα επόμενα στάδια δράσης στην αντιμετώπιση των παραγόντων κινδύνου. Κατά συνέπεια, οι ανισότητες στον τομέα της υγείας πρέπει να θεωρηθούν ως μια διατομεακή διάσταση που θα πρέπει να λαμβάνεται υπόψη κατά την ανάπτυξη, την εφαρμογή και την αξιολόγηση οποιασδήποτε δραστηριότητας. Αυτό ισχύει επίσης στους κοινωνικούς καθοριστικούς παράγοντες της υγείας.
Απόστολος Βανταράκης
Καθηγητής Υγιεινής, Τμ. Ιατρικής, Πανεπιστήμιο Πατρών